Κι όμως, όλοι έχουμε κάποια σχέση με την τέχνη. Άλλοι την έχουμε συνειδητοποιήσει κι άλλοι όχι.
Κάποιος κρατά ημερολόγιο ή γράφει (πεζά ή ποιήματα), γεγονότα που πιστοποιούν την καλή σχέση που έχει με τον γραπτό λόγο.
Άλλος τραγουδά. Είτε σε παρέα, είτε μόνος.
Κάποιοι χορεύουν κι αγαπούν την κίνηση.
Άλλοι είναι καλοί στις κατασκευές, είναι αυτοί που "πιάνουν τα χέρια τους"¨.
Κάποιοι αγαπούν το θέατρο και πηγαίνουν τακτικά ή έχουν συμμετάσχει κάποτε σε παραστάσεις του σχολείου ή αλλού.
Άλλοι, μιλώντας στο τηλέφωνο, μπορεί να έχουν ένα κομμάτι χαρτί και να το μουντζουρώνουν, να σχεδιάζουν ασυναίσθητα.
Κάποιος δεν αποχωρίζεται τη φωτογραφική του μηχανή από την τσάντα.
Και κάποιος άλλος αρέσκεται να διακοσμεί τον χώρο του, είναι καλός στον συνδυασμό χρωμάτων και υλικών. Είναι αυτός που "έχει γούστο".
Άλλος ξέρει να παίζει ένα όργανο, ή μπορεί να πιάνει εύκολα τον ρυθμό.
Υπάρχει πράγματι κάποιος που δεν έχει απολύτως καμία σχέση με την τέχνη;
Από την εμπειρία μου, με σιγουριά πια υποστηρίζω ότι όλοι κρύβουμε έναν καλλιτέχνη μέσα μας, έναν καλλιτέχνη που στις περισσότερες περιπτώσεις καταπιέστηκε και δεν του έγινε επιτρεπτή η έκφραση.
Όλα τα παιδιά είναι καλλιτέχνες.
Σιγά σιγά το σχολείο και οι σύγχρονες εκπαιδευτικές απαιτήσεις στερούν τη δυνατότητα για καλλιτεχνικές αναζητήσεις, με εξαίρεση τις περιπτώσεις παιδιών που υποστηρίζονται από την οικογένεια-η οποία δεν θεωρεί την τέχνη πάρεργο.
Στη δραματοθεραπευτική δουλειά ξεκινούμε πάντα με τεχνικές που είναι οικείες και σιγά σιγά ανοιγόμαστε σε νέες εκφραστικές δυνατότητες.
Είναι εξαιρετικό να δει κανείς τα πρώτα σχέδια και να τα συγκρίνει με τα τελευταία ενός ανθρώπου που λέει ότι δεν ξέρει να ζωγραφίζει...
Τον πρώτο και τον τελευταίο θεατρικό αυτοσχεδιασμό αυτού που λέει ότι δεν ξέρει να παίζει θέατρο.
Τον πρώτο και τελευταίο χορό αυτού που λέει ότι δεν έχει καθόλου καλή σχέση με το σώμα....
Και οι αλλαγές αυτές δεν σχετίζονται με την ηλικία, αλλά με τη δυνατότητα που δίνει κανείς στον εαυτό του να δοκιμάσει νέες εκφραστικές οδούς σε ένα ασφαλές περιβάλλον, όπου κανείς δεν κρίνει και ο στόχος είναι η ψυχική ανάπτυξη και ανάταση.
Ποια τα οφέλη της αποκάλυψης του καλλιτέχνη που κρύβεται στον καθένα;
Το πρώτο και βασικότερο είναι ότι με το άνοιγμα των οδών έκφρασης, το υποκείμενο ελευθερώνεται και παύουν πολλά συμπτώματα που σχετίζονταν με την καταπιεσμένη έκφραση, όπως τα ψυχοσωματικά.
Το άλλο, εξίσου σημαντικό είναι ότι μέσα από την επαφή με την τέχνη, το κάθε υποκείμενο ενεργοποιείται στο σύνολό του. Έτσι, κάποιος που είναι στραμμένος μόνο στην επίλυση πρακτικών ζητημάτων υπολείπεται σε φαντασία. Και η περιορισμένη φαντασία τον εγκλωβίζει στο αναγκαίο και του απαγορεύει το ευχάριστο. Δεν τον αφήνει να κάνει σχέδια για το μέλλον, καθώς δεν είναι σε θέση να οραματιστεί. Δεν μπορεί να παίξει με τα παιδιά του. Η χαρά απουσιάζει από τη ζωή του που χαρακτηρίζεται από ρηχότητα. Το ίδιο και η σκέψη του. Μέσα από την επαφή με την τέχνη, η σκέψη αποκτά ευλυγισία, ασπίδα προστασίας από την κατάθλιψη και άλλες ψυχικές ασθένειες, ενώ η ζωή του αποκτά πλούτο.
Από την άλλη, τα πρακτικά θέματα που προκύπτουν κατά τη δραματοθεραπεία, αναγκάζουν κάποιον που είναι στραμμένος μόνο στη θεωρία και στο φαντασιακό, να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα και να επινοήσει λύσεις σε πρακτικά προβλήματα. Αυτό που συμβαίνει μέσα στα πλαίσια της θεραπείας μεταφέρεται κι έξω. Έτσι, τα άτομα αυτά συνήθως έχουν πολλές ιδέες, οι οποίες τις περισσότερες φορές μένουν απραγματοποίητες καθώς δεν ξέρουν τη μέθοδο. Η πρακτική επίλυση των μικροπροβλημάτων στην δραματοθεραπεία, όπως το πώς μπορεί να στηριχθεί ένα σκηνικό που στήνεται εκείνη την ώρα, πώς θα πετύχει ο κατάλληλος φωτισμός της σκηνής, πώς θα παραχθεί ένα ρούχο από χαρτί κλπ γίνεται σταδιακά κτήμα του υποκειμένου.
Με όλα αυτά, αναπτύσσεται εξαιρετικά η αυτοεκτίμηση, η πίστη στον εαυτό που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για κάθε (κοινωνικό ή άλλο) εγχείρημα.
Δεν είναι λοιπόν στην τύχη που όλοι οι δραματοθεραπευτές υποστηρίζουμε ότι η δραματοθεραπεία κάνει δημιουργικό τον όποιον την επιλέξει.