Το θέατρο είναι η καλύτερη ενσάρκωση της άλλης σκηνής
Andr
é Green

17 January 2006

Η αναπαράσταση του σώματος μέσα από μία δραματοθεραπευτική τεχνική

(Εισήγηση στην ημερίδα: "Σώμα και Φωτογραφία", ΤΕΙ Αθήνας, Απρίλης 2005)

Ο Μ. Foucault είχε αναφέρει ότι υπάρχουν τόσες γλώσσες για το σώμα όσες είναι και οι ειδικότητες που ασχολούνται με αυτό. Έτσι, η ιατρική, η παιδαγωγική, η κοινωνική εργασία, η ψυχιατρική, η ανθρωπολογία, η τέχνη αλλά και οι νέες τεχνολογίες χρησιμοποίησαν διαφορετικές τεχνικές για να προσεγγίσουν το σώμα και δημιούργησαν τη δική τους γλώσσα γι αυτό, που ήταν σύμφωνη με την ιδιαίτερη θεώρηση τους.
Το σώμα μπορεί να αναπαρασταθεί με άπειρους τρόπους. Ο Turner (1984) περιέγραψε το σώμα ως τον «τόπο μιας τεράστιας συμβολικής δουλειάς και παραγωγής».
Μέσα από την τεχνική της γραφικής αναπαράστασης του σώματος, που θα παρουσιάσουμε σήμερα, και τη χρησιμοποιούμε συχνά στη Δραματοθεραπευτική μέθοδο, πρόκειται να προσεγγίσουμε την αναπαράσταση του ατομικού σώματος, υπό την έννοια ότι αυτό προκύπτει από το βίωμα του ίδιου του ατόμου. Ταυτόχρονα, η αναπαράσταση που προκύπτει, επειδή ακριβώς υπόκειται μετά στην επεξεργασία του λόγου και στη θέαση της ομάδας, προσδίδει στο σώμα κι έναν χαρακτήρα συλλογικής αναπαράστασης.
H Δραματοθεραπεία, που ανήκει στις Ψυχοθεραπείες μέσω Τέχνης, είναι μία μέθοδος που χρησιμοποιεί μία πλούσια γκάμα εκφραστικών μέσων. Μπορεί να εφαρμοστεί σε όλους, κι ανάλογα με τον πληθυσμό διαφοροποιείται ο στόχος της κάθε φορά. Για την προσέγγιση του ψυχισμού χρησιμοποιεί τεχνικές που εμπλέκουν το σώμα, την κίνηση, τους ήχους, τη φωνή, αλλά και άλλες εκφραστικές οδούς όπως την φωτογραφία, τη ζωγραφική το κολλάζ και άλλα. Ο λόγος έρχεται μετά για να φέρει στη συνείδηση και να επεξεργαστεί ό,τι έχει συμβεί ως εκείνη τη στιγμή σε βιωματικό επίπεδο.
Πριν παρουσιάσουμε την τεχνική θεωρούμε χρήσιμο για την κατανόηση της λειτουργίας της να αναφέρουμε τις τρεις βασικές αρχές πάνω στις οποίες στηρίζεται οποιαδήποτε Ψυχοθεραπεία μέσω Τέχνης:
• Η ίδια η έκφραση είναι από μόνη της θεραπευτική.
• Βασίζεται στα σύμβολα και λειτουργεί μέσω της συμβολικής απόστασης, της μεταφοράς και της προβολής.
• Η καλλιτεχνική δημιουργία δεν συμβαίνει ποτέ τυχαία. Αρδεύει από τον ψυχισμό του δημιουργού και άρα είναι σημαίνουσα.
Παρουσίαση της τεχνικής
Κατά τη διαδικασία αυτή, η ομάδα χωρίζεται σε ζευγάρια. Υπάρχει ένα μεγάλο ρολό χαρτιού που ξετυλίγεται στο έδαφος και κόβεται σε κομμάτια, ίσα με τα μήκη του κάθε σώματος των συμμετεχόντων. Ο ένας εκ των δύο του ζευγαριού ξαπλώνει πάνω στο χαρτί. Αυτό που του λέμε, είναι να κάτσει ένα-δύο λεπτά επάνω, ψάχνοντας να βρει μία στάση του σώματος που θα νοιώθει άνετα. Αφού γίνει αυτό, ο δεύτερος του ζευγαριού, ζωγραφίζει μ’ έναν χοντρό μαρκαδόρο το περίγραμμα του σώματος του ξαπλωμένου. Η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται σε περίπου πέντε με εφτά λεπτά. Μετά, αυτός που είναι ξαπλωμένος σηκώνεται και αντικρύζει το σχήμα που προέκυψε στο χαρτί. Έχει τη δυνατότητα να παρέμβει στο σχέδιο με χρώματα και να το συμπληρώσει αν θέλει. Τέλος, πρέπει να προσθέσει μία λέξη, ή μία μικρή φράση για να το ορίσει. Οι ρόλοι αλλάζουν κι έτσι όλα τα μέλη της ομάδας έχουν από ένα σχήμα στο χαρτί που μπορούν να επεξεργαστούν.
Στο τέλος της διαδικασίας, το κάθε χαρτί με το περίγραμμα που έχει προκύψει τοποθετείται σε όρθια θέση και εξετάζεται από το άτομο και την ομάδα.

Όταν λέμε ότι τίποτα δεν προκύπτει τυχαία, αυτό αναφέρεται τόσο στην επιλογή του χρώματος του μαρκαδόρου από τον παρτενέρ, προκειμένου να σχηματίσει το περίγραμμα του σώματος του άλλου που βρίσκεται ξαπλωμένος στο χαρτί, και στην πίεση που ασκεί στο χαρτί, όσο και στο σχήμα που προκύπτει τελικά από τη διαδικασία.
Το σχήμα έχει έναν διττό χαρακτήρα: Είναι ταυτόχρονα στατικό και δυναμικό. Στατικό φαινομενολογικά, όπως η φωτογραφία και το σκίτσο. Δυναμικό, όχι υπό την έννοια της κίνησης της εικόνας, αλλά υπό την έννοια ότι στο πλαίσιο της ομάδας τα μέλη μπορούν να δουν πολλές εικόνες και να κάνουν ακόμη περισσότερους συνειρμούς που βασίζονται στη μεταφορά και την προβολή δηλαδή ξεκινούν με τη φράση: «Μοιάζει σαν…». Η εικόνα που προκύπτει από τη διαδικασία είναι αφηρημένη και διφορούμενη. Αυτό βοηθάει ακόμη περισσότερο αυτούς τους ψυχικούς μηχανισμούς, τόσο του ίδιου του ατόμου, του οποίου έχει αναπαρασταθεί το σχήμα του σώματος, όσο και της ομάδας-θεατών του ίδιου σχήματος. Το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι συμβολικό καθώς έχει δύο περιεχόμενα. Το ένα περιεχόμενο είναι αυτό που είναι έκδηλο και το άλλο λανθάνον. Η εικόνα είναι από μόνη της ένας φορέας συμβόλων. Πρόκειται για την τέλεια μίξη ανάμεσα στο θεατό και το αθέατο.
Η συνάντηση με το περίβλημα του σώματος είναι ένα γεγονός που προκαλεί δέος. Αρχικά, όταν το άτομο σηκώνεται από το χαρτί, αυτό είναι στο πάτωμα. Θυμίζει τα σχήματα πτωμάτων που ζωγραφίζουν στις αστυνομικές ταινίες στους τόπους των φόνων. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ίσως αυτό είναι μία αιτία που εμφανίζεται ένα αμήχανο, σχεδόν αγωνιώδες συναίσθημα κατά τα πρώτα πέντε, περίπου, δευτερόλεπτα. Πιστεύουμε όμως, ότι η πηγή αυτής της στιγμιαίας έκπληξης και αγωνίας αφορά την επαφή με το σχήμα που προκύπτει. Μοιάζει με το αίσθημα της ανησυχητικής ξενότητας για το οποία μίλησε ο Φρόυντ, όταν αντικρύζουμε τον όμοιό μας. Όπως είπαμε αρχικά, η ψυχοθεραπεία μέσω τέχνης, και ειδικότερα η Δραματοθεραπεία στηρίζεται στην αισθητική απόσταση που επιτυγχάνεται μέσα από τις δράσεις. Θα λέγαμε ότι αυτό που επιχειρεί είναι ακριβώς αυτή η προσέγγιση της ταυτότητας μέσα από την ετερότητα, όπως αυτή προκύπτει μέσα από την ενσάρκωση διαφορετικών ρόλων για παράδειγμα. Και σ’ αυτή την τεχνική, το σχήμα που προκύπτει είναι τόσο αφηρημένο, ώστε να μην αναγνωρίζεται ο κάτοχος του σώματος.
Η Julia Kristeva, αποδίδει πρωταρχική σημασία στην δύναμη της φαντασίωσης της ετερότητας για την διαμόρφωση του εαυτού. Όταν το άτομο έρχεται σε επαφή με την ξενότητα της ετερότητας αγωνιά. Αυτή η εμπειρία αποδομεί τον εαυτό, γιατί τον θέτει υπό αμφισβήτηση και τον ξανακατασκευάζει βάση των φαντασιακών δεδομένων που προέκυψαν από την συνάντηση με τον άλλο. Είναι ακριβώς, η ξενότητα και η απόσταση που δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες στο ψυχικό πεδίο και την φαντασία για την ανακατασκευή της ταυτότητας. Από την άλλη, δίνεται η δυνατότητα στο άτομο να δει το σώμα, παρουσία άλλων. Το σώμα από τμήμα του υποκειμένου γίνεται αντικείμενο, πρόσφορο στην παρατήρηση.
Μοιάζει πολύ με την πρώτη στιγμή που το παιδί ανακαλύπτει στον καθρέφτη το είδωλό του. Ο Λακάν έχει περιγράψει αυτό το στάδιο του καθρέφτη και θα έρθουμε συχνά στη θεωρία του για να κάνουμε παραλληλισμούς με την τεχνική της γραφικής αναπαράστασης του σώματος. Όπως για το παιδί, η πρώτη στιγμή που αντιλαμβάνεται την εικόνα του στον καθρέφτη είναι εξαιρετικά σημαντική για την κατασκευή της ταυτότητάς του, έτσι και για το κάθε μέλος της ομάδας, η στιγμή που έρχεται αντιμέτωπο με την γραφική αναπαράσταση του σώματος είναι εξαιρετικά σημαντική για τον στοχασμό και την αναδιαμόρφωση της ταυτότητάς του.
Το παιδί ανακαλύπτει το είδωλό του συνήθως μαζί με έναν ενήλικα που το κρατά. Αυτό γίνεται περίπου στην ηλικία των εννέα μηνών. Πρόκειται δηλαδή για μία εμπειρία που μοιράζεται με κάποιον άλλο. Το ίδιο ξαναγίνεται στο επίπεδο της ομάδας, που στο συμβολισμό που της αποδίδει ο Anzieu αντιπροσωπεύει τη μητέρα.
Ουσιαστικά, η νέα γνώση η σχετική με το σώμα, προκύπτει από δύο αντανακλάσεις:
Η μία έγκειται σ’ έναν συμβολικό καθρέφτη, αποτέλεσμα της διαδικασίας, που αντανακλά το περίγραμμα του σώματος. Το σώμα γίνεται έτσι αντικείμενο θέασης και παρατηρείται. Από την άλλη, υπάρχει και η αντανάκλαση που προκύπτει από την ομάδα και συνθέτεται από τις παρατηρήσεις, τους συνειρμούς και τις παρομοιώσεις της (μέσω της μεταφοράς και της προβολής).
Νευροψυχολογικές έρευνες έχουν αποδείξει ότι το δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου είναι αυτό που αντιλαμβάνεται την εικόνα, αλλά και το συναίσθημα. ΄Ετσι, το συναίσθημα και η εικόνα θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχουν στενή σχέση. Η εικόνα λοιπόν ενός αντικειμένου , με την συναισθηματική αφύπνιση που προκαλεί κινητοποιεί το άτομο ως προς το αντικείμενο και το επενδύει περαιτέρω συναισθηματικά. Πρόκειται για μία ψυχική αφύπνιση σε σχέση με τον εαυτό στο σύνολό του.
Η τεχνική έχει εξαιρετικά αποτελέσματα τόσο στη διάγνωση, όσο και στη θεραπεία των θεμάτων που απασχολούν τον ψυχισμό.
Έτσι, μέλη από το εικαστικά αναπαριστάμενο σώμα που απουσιάζουν θεωρούνται σημαντικά. Συναντούμε περιπτώσεις με άλλα μη σχηματοποιημένα τμήματα ακόμη. Μορφές σε κίνηση ή ακίνητες. Μορφές ακέφαλες. Συνήθως δηλώνουν φυλετική ταυτότητα και ηλικία. Μορφές που θυμίζουν ζώα ή ακόμη κι αντικείμενα. Η περικλείουσα γραμμή που φτιάχνει το σχήμα καθορίζει σ’ έναν πρώτο χρόνο την οριοθέτηση του σώματος, αναγκαία συνθήκη για την υγιή αίσθηση της ταυτότητας. Κι όμως, όπως σε όλες τις Δραματοθεραπευτικές τεχνικές, η ψυχοπαθολογία του ορίου, όποτε υπάρχει, βρίσκει και εδώ την ευκαιρία να εκφραστεί. Έτσι, οι ψυχωσικοί ασθενείς εμφανίζονται να ενώνουν δύο χαρτιά για να χωρέσουν, ή φτιάχνουν ένα διαφανές σώμα που αντί για ρούχα φαίνονται τα εσωτερικά όργανα του σώματος.
Αυτό φαίνεται να ενισχύει τη θεωρία που συνδέει την ψυχοπαθολογία των ορίων του σώματος με την ψύχωση. Για τον Anguelergue (1975), η εικόνα του σώματος συνδέεται με τη συμβολική διαδικασία της αναπαράστασης ενός ορίου που έχει τη λειτουργία να δημιουργεί μία εικόνα σταθερή αφενός, και ένα περίβλημα προστασίας από τον έξω κόσμο αφετέρου. Ο παρανοϊκός για παράδειγμα φοβάται ότι κάποιος του παίρνει τις σκέψεις ή ότι του βάζει σκέψεις στο μυαλό.
Η Δραματοθεραπεία έχει τη δυνατότητα να αναπαραστήσει την ψυχική προβληματική με τον καλύτερο τρόπο. Παρόλα αυτά, η εικόνα του σώματος είναι κάτι τόσο περίπλοκο που δεν μπορούμε να το περιορίσουμε/εξαντλήσουμε μέσα από ένα σχέδιο ή μία κατασκευή. Αρχίζει να προσεγγίζεται μέσα από έναν αναλυτικό/ερμηνευτικό λόγο, έναν λόγο που τόσο ο ίδιος ο δράστης αρθρώνει, όσο και η ομάδα. Ο λόγος παίζει έναν επενδυτικό ρόλο, αλλά εξέχουσης σημασίας. Αν δεν υπάρχει λόγος, τότε δεν υπάρχει σύμβολο. Ο λόγος είναι αυτός που βοηθάει στην ψυχική αλλαγή με το να αμβλύνει την συνείδηση. Η δράση προσφέρει το ερέθισμα, ώστε να μπορέσει να αρθρωθεί.








Βιβλιογραφία

Angelergues R. (1975), Réflexions critiques sur la notion de schéma corporel, in Psychologie de la connaissance de soi, Actes de symposium de Paris (septembre1973), PUF.
Αnzieu D., (1981b), Le groupe et l’inconscient. L’imaginaire groupale, Paris : Dunod.
Anzieu D., (1995), Le moi-peau, Paris: Dunod.
Becker A., “Nurturing and negligence: working on others’ bodies in Fiji”, in: Chordas Thomas ed. (1994), Embodiment and experience. The existential ground of culture and self, Cambridge Univeristy Press.
Foucault M., (1988), The history of sexuality, vol. I, New York : Penguin.
Freud S., (1985), L’inquétante étrangeté et autres essais. Paris : Gallimard.
Kristeva J., (1988), Étrangers a nous mêmes, Paris:Gallimard.
Lacan J. (1966), “Le stade du miroir comme formateur de la fonction du Je”, in Écrits, Paris :Le Seuil.
Laplanche J. –Pontalis J.B. (1968), Vocabulaire de la psychanalyse, Paris: PUF.
Lingis Al., (1994), “Foreign bodies”, New-York: Routledge.
Merleau-Ponty M. (1968), The visible and the invisible, Evanston:Northwestern University Press.
Tisseron S. (1997), Psychanalyse de l’image, Paris:Dunod.